Σε ανοδική πορεία η «πράσινη» αγορά, αλλά για τους έχοντες






Διευρύνεται η «πράσινη αγορά», ενισχύεται ο ρόλος του «πράσινου μάρκετινγκ», αλλά προς το παρόν για τους έχοντες. Οι ενεργοί καταναλωτές «πράσινων προϊόντων» στην Ελλάδα είναι συνήθως γυναίκες, δημόσιοι υπάλληλοι ή ελεύθεροι επαγγελματίες, πανεπιστημιακής μόρφωσης, έγγαμοι με παιδιά, ηλικίας 35 - 64 ετών, εισοδήματος άνω των 2.000 ευρώ και κατοικούν στην Αθήνα. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση προϊόντων που εμφανίζονται ως πιο φιλικά προς το περιβάλλον αυξήθηκε το 2009 σε σχέση με το 2008. Αυτά είναι ορισμένα από τα βασικά συμπεράσματα έρευνας που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ (ALARM) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με τηλεφωνική συνέντευξη σε 700 άτομα, για δεύτερη συνεχή χρονιά. «Το δείγμα μας δεν είναι απόλυτα αντιπροσωπευτικό, γιατί επιμείναμε περισσότερο στο τμήμα εκείνων των καταναλωτών που ενδιαφέρονται πιο πολύ για τα περιβαλλοντικά προϊόντα. Οι τάσεις, όμως, που καταγράφονται είναι οι πραγματικές», εξηγεί στην «Κ» ο επιστημονικός υπεύθυνος κ. Γεώργιος Αυλωνίτης, καθηγητής του ΟΠΑ.
Το 50,8% των ερωτηθέντων απάντησε ότι αγοράζει προϊόντα με τη σκέψη ότι η χρήση τους θα επηρεάσει τους άλλους και το περιβάλλον, ενώ το 60% αποφεύγει να αγοράζει προϊόντα από επιχειρήσεις που δεν σέβονται το περιβάλλον. «Ολο και περισσότεροι καταναλωτές λαμβάνουν υπόψη τους περιβαλλοντικά κριτήρια», μας λέει ο κ. Αυλωνίτης. «Δεν πρόκειται για μόδα που θα περάσει, αλλά για μονόδρομο, καθώς στο μέλλον θα ανεβούν οι ποιοτικές φιλοπεριβαλλοντικές απαιτήσεις για όλα τα προϊόντα. Στη θέση του e-commerce βλέπω την ανάπτυξη του g-commerce, από το green (πράσινο)».
Βεβαίως, αυτή η τάση αναπτύσσεται με έντονη κοινωνική διαστρωμάτωση, καθώς η έρευνα κατέγραψε τρεις κατηγορίες καταναλωτών, σε σχέση με τη στάση τους απέναντι στα «πράσινα προϊόντα», που σε μεγάλο βαθμό αντικατοπτρίζουν διαφορετική ταξική ένταξη. Δίπλα στον ενεργό καταναλωτή, που ήδη αναφέρθηκε, η έρευνα περιγράφει τον προβληματισμένο καταναλωτή και τον αδιάφορο - αρνητικό καταναλωτή.
Δεν εμπιστεύεταιΟ προβληματισμένος διαθέτει περιβαλλοντική συνείδηση και ευαισθητοποίηση, κάνει ανακύκλωση, αλλά δεν αγοράζει συχνά πράσινα προϊόντα ούτε εμπιστεύεται ιδιαίτερα τα κίνητρα των επιχειρήσεων και τα αντίστοιχα επικοινωνιακά μηνύματα. Πρόκειται κυρίως για ιδιωτικούς υπαλλήλους, με εισόδημα 1.500 - 2.000 ευρώ, άγαμους έως 34 ετών και λυκειακής εκπαίδευσης.
Οι αδιάφοροι καταναλωτές είναι συνολικά αρνητικοί στη λεγόμενη πράσινη αγορά, ιεραρχούν χαμηλά τα περιβαλλοντικά προβλήματα (προφανώς γιατί έχουν άλλες προτεραιότητες). Πρόκειται κυρίως για άντρες, με εισόδημα κάτω των 1.500 ευρώ, με εκπαίδευση βασική ή Λυκείου, άγαμους έως 34 ετών ή συνταξιούχους άνω των 65 ετών.
«Παρά την οικονομική κρίση, η πράσινη αγορά σημείωσε ανάπτυξη το 2009», λέει στην «Κ» ο κ. Αυλωνίτης. «Ο συνειδητοποιημένος καταναλωτής δεν αλλάζει εύκολα στάση. Από την άλλη, φαίνεται ότι η κρίση θα αποτρέψει την επέκταση της αγοράς περιβαλλοντικών προϊόντων σε μεσαία ή χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα», σημειώνει. Είναι χαρακτηριστικό ότι ήδη μέσα στο 2009 βασική αιτία για τη μείωση ή τη συγκράτηση των πράσινων αγορών είναι το μειωμένο διαθέσιμο εισόδημα (48,6%).
Πάντως, το 71% των ερωτηθέντων είναι διατεθειμένο να πληρώσει μέχρι και 10% περισσότερο για την αγορά ενός φιλικού προς το περιβάλλον προϊόντος. Το πρόβλημα είναι ότι τα πιστοποιημένα «πράσινα προϊόντα» κοστίζουν συνήθως αρκετά περισσότερο. Το ποσοστό που φέρεται διατεθειμένο να πληρώσει μέχρι και 15% ακριβότερα είναι μόλις 5%.
«Να θεσπιστούν αυστηροί έλεγχοι»Το 63% των καταναλωτών δεν γνωρίζει ούτε ένα «πράσινο προϊόν» ούτε μία φιλική προς το περιβάλλον εταιρεία, σύμφωνα με την έρευνα του ALARM (έναντι 75% την προηγούμενη χρονιά). Η πιστοποίηση επηρεάζει σημαντικά και θετικά την επιλογή των καταναλωτών. Την ίδια ώρα, όμως, σχεδόν ο ένας στους τρεις καταναλωτές του δείγματος δεν πιστεύει τους φιλοπεριβαλλοντικούς ισχυρισμούς που αναφέρονται σε διαφημίσεις και συσκευασίες, εκτιμώντας ότι παραπλανούν τον υποψήφιο αγοραστή. Η δυσπιστία είναι αντιστρόφως ανάλογη της οικονομικής θέσης και κυριαρχεί σε άτομα με εισόδημα μικρότερο των 1.000 ευρώ. «Οι επιχειρήσεις έχουν τεράστια ηθική υποχρέωση να ενημερώνουν σωστά και να είναι ειλικρινείς, χρησιμοποιώντας την πιστοποίηση», τονίζει ο κ. Αυλωνίτης. «Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιτρέψουμε το λεγόμενο “πράσινο πλυντήριο”, όπου κάποια εταιρεία ισχυρίζεται ψευδώς ότι είναι φιλική προς το περιβάλλον για να αυξήσει τις πωλήσεις της. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο η πολιτεία να θεσπίσει αυστηρούς κανόνες ελέγχου», συμπληρώνει.

Σχόλια